Τρίτη 13 Μαΐου 2008

...όνειρα καλοκαιρινής νυχτός


Περνούσα σήμερα απ' το παρκάκι κοντά στο σπίτι σου. Ο ήλιος μόλις είχε δύσει, αλλά ακόμα δεν είχε νυχτώσει. Νομίζεις ότι αυτή είναι η πιο όμορφη ώρα της μέρας, αλλά και η πιο μελαγχολική. Οι φυλλωσιές των δέντρων κουνιόνταν απαλά πέρα δώθε και μύρισα το καλοκαίρι που έρχεται, όπως τότε...Τα παγκάκια εκεί πάντα στην ίδια θέση. Ένα, δυο μόνο μου φάνηκαν φρεσκοβαμμένα. Διέσχισα γρήγορα το πάρκο προσπαθώντας ν΄αποφύγω τ΄αδιάκριτα βλέμματα των έφηβων λυκειόπαιδων. Οι νεαροί έκοβαν βόλτες πάνω κάτω καταστρώνοντας σχέδια εντυπωσιασμού. Ποιον θέλουν να εντυπωσιάσουν άραγε; Τους φίλους τους, τις κοπέλες ή τους ίδιους τους εαυτούς τους; Δυο κοπελίτσες κάθονταν σ' ένα παγκάκι πιο πέρα. Σα ν' αντάλλασσαν χαμόγελα με τους νεαρούς και μυστικά μεταξύ τους.


Και τότε θυμήθηκα εκείνα τα όμορφα δειλινά μου μας έβρισκαν στα παγκάκια αυτού του μικρού πάρκου. Μόλις είχαμε τελειώσει τις εξετάσεις και ετοιμαζόμασταν να βουτήξουμε στο καλοκαίρι που θα ΄ρχόταν. Ακόμα νοιώθω στο πρόσωπό μου, στο κορμί μου, στην ψυχή μου εκείνο το δροσερό, καθάριο αεράκι που φυσούσε τα δειλινά στο μικρό μας παρκάκι. Μιλούσαμε ώρες ατέλειωτες για το σχολείο που μόλις τέλειωσε για την εφηβική ζωή που αφήναμε και για το μέλλον που θα 'ρχόταν. 'Ενα μέλλον αβέβαιο, ελπιδοφόρο, γεμάτο όνειρα και προσδοκίες. Όλα θέλαμε να τα ζήσουμε, θυμάσαι; Από κει κι έπειτα νοιώθαμε μεγάλες πια, ανεξάρτητες. Σ' ένα χρόνο λέγαμε θα 'χουμε φτάσει πιο κοντά στην ευτυχία. Θα ζούμε ελεύθερα και πιο υπεύθυνα. Η φοιτητική ζωή έμοιαζε ένα όνειρο που σιγά σιγά γινόταν αληθινό. Τότε τα μικρά, που μας πλησίαζαν, διέκοπταν τις ασταμάτητες συζητήσεις μας. Θυμάμαι το κοριτσάκι με τα κοτσιδάκια που ήθελε να μας δώσει το παγωτό του. " Όχι δε θέλουμε..Έχουμε δικά μας!" Και ξανά βυθιζόμασταν σε σχέδια, συζητήσεις, εκμυστηρεύσεις και όνειρα!


Υποτίθεται πως το μέλλον που ονειρεύτηκα μαζί σου, θα 'πρεπε τώρα να το ζούσα. Τώρα θα 'πρεπε να 'μουν πιο ευτυχισμένη, πιο ελεύθερη, πιο υπεύθυνη. Με λίγα λόγια ενήλικη πλέον. Είσαι όμως τον περισσότερο καιρό μακριά μου κι εγώ συχνά νοιώθω ότι είμαι πιο παιδί και πιο ανήμπορη από τότε. Καμιά φορά η αδυναμία μου μοιάζει να 'ναι μεγαλύτερη από εκείνη των σχολικών μου χρόνων. Τότε έβαζα στόχους και τους πετύχαινα, τώρα περπατάω δέσμια ενός χαοτικού κόσμου και πιο αβέβαιου από ποτέ μέλλοντος...


Τέτοιες ημέρες σαν αυτή, εύχομαι να ξαναζούσα εκείνες τις όμορφες στιγμές σαν εκείνες στο παρκάκι μας για να γευτώ τη ζωντάνια και τη θέληση που είχαμε τότε...Μου λείπεις μικρή μου Δανουλίτα...

Κυριακή 11 Μαΐου 2008


Μια πεταλούδα κηνυγάει τις νεράιδες

πάρε την καρδιά μου και δώσε τη στις μάγισσες...



Αν αγαπάς θα δεις λίγα ζητάς πολλά θα πάρεις

μα μην ξεχνάς, νωρίς να ξεκινήσεις να σαλπάρεις...



Κόσμος τρελλός κι εσύ βουβός αν ήξερες τι θέλεις

θα 'σουν αυτός, αληθινός κι όχι εκείνος που ζηλεύεις...



Μα μια ψυχή πιο μαγεμένη κι από τον έρωτα που γνώρισες

πετάει ψηλά, απαλλαγμένη απ'το κακό που πότισες...

..όχι άλλα παραμύθια...

Σ' ένα κελί είναι κλειδωμένη η ψυχή μου....



Μόνη χόρευα..και μόνη θα χορεύω τη ζωή μου...


Γέρνω στο πλάι...μα μ' εγκατέλειψε και το κορμί μου...




Έζησα το δικό μου παραμύθι...που νά 'ξερα ότι ήταν ένα ψέμα..μια πλάνη που απλά μου έκρυβε το φως. Υπάρχει φως; Ή μήπως εμείς βλέπουμε ένα κερί και νομίζουμε ότι είναι ο ήλιος; Μίσος μίσος μίσος αυτό μόνο μου έμεινε. Όλους τους βλέπω με μίσος...και όλα. Τί τους έκανα; Εγώ τους κοιτάω με μίσος; Ή μάλλον αυτοί; Η κατάρα ίσως να φταίει. Αλλά τί λέω. Ποια κατάρα; Δεν είναι η ίδια η κατάρα, αλλά η αξία που δίνεις στην κατάρα. Είμαι τυφλή. Δε βλέπω κανένα χρώμα πια. Ούτε καν το άσπρο και το μαύρο. Δεν ξέρω τί χρώμα έχει η ζωή, δεν ξέρω καν αν έχει χρώμα. Το χρώμα είναι κι αυτό δημιούργημα του ανθρώπου, ένα πλαστό παραμύθι...και για μένα τα παραμύθια έσβησαν. Κάηκαν και τώρα η στάχτη κι ο καπνός τους με πνίγει, δε μ'αφήνει να ζήσω.