
Σε λίγο καιρό θα 'ναι ένας χρόνος. Γυρνάω πίσω εκεί που σε πρωτοσυνάντησα. Μαζί φύγαμε, μόνη επιστρέφω...Μια βαλίτσα στο χέρι και μια άδεια καρδιά θα συνοδέψουν το ταξίδι μου. Άδεια; Δε θα το λεγα. Η καρδιά πιο βαριά απ' τη βαλίτσα. Με δυσκολία τη σηκώνω και ξεκινάω αυτό το ταξίδι.
Μετράω μέρες, ώρες, στιγμές για να φτάσω κοντά σου...θάλασσά μου. Μου 'λειψες, όπως μου λείπει εκείνος. Ευχήθηκα να μας βρεις και τους δυο, τώρα θα βρεις μόνο εμένα. Πιο μόνη από ποτέ. Χάρισέ μου λίγη από τη συντροφιά σου.
Γυρνάω πίσω. Με το μυαλό ζωντανεύω ήχους κι εικόνες που με ανάθρεψαν. Το καράβι δένει. Ένα απαλό πρωινό αεράκι μου χαϊδεύει τα μάγουλα. Είναι μια δόση πνοής που συνοδεύει τη ζεστή κι ηλιοκαμένη μέρα στο νησί. Επιτέλους το καλοκαίρι είναι εδώ, οι διακοπές μόλις άρχισαν. Φτάνω στο σπίτι που τόσο λατρεύω. Ανυπομονώ ν' ανοίξω τη μπαλκονόπορτα να ξεκλέψω λίγο απ' το μπλε σου...Λάδι σήμερα η θάλασσα...Δε βλέπω την ώρα να βουτήξω, να τη νιώσω, να την πιω. Κι όταν το μεσημέρι φτάνει, η δροσιά της βεράντας είναι αρκετή για μια καλοκαιρινή ανάπαυλη. Το τραγούδι που μουρμουρίζουν ρυθμικά τα τζιτζίκια με ξεσηκώνει, μετά με νανουρίζει..Ταιριάζει τόσο με το ζεστό ήλιο. Σα να 'ναι όλα σχεδιασμένα απο κάποιον με απόλυτη ακρίβεια.
Φέρνω στο μυαλό μου τα δειλινά που έζησα στο μπαλκόνι μου. Κοιτώ τον ήλιο να βουτά μες στη θάλασσα. Η φορτέτζα απέναντί μου βαμμένη κι αυτή στο κοκκινωπό χρώμα της δύσης του ήλιου. Πόσο αγαπώ αυτό το κάστρο. Έχει ντύσει τις ιπποτικές ιστορίες των παιδικών και εφηβικών μου χρόνων.
Το βράδυ φτάνει και το φεγγάρι λούζει το νησί. Χιλιάδες φώτα και φαναράκια στολίζουν τα στενά σοκάκια. Το κυματάκι της θάλασσας σκεπάζεται απ'τις τρελλές μουσικές των μαγαζιών. Χαμόγελα προδίδουν την καλοκαιρινή διάθεση. Σ' ένα απ΄αυτά τα σοκάκια έπεσα πάνω στο δικό σου χαμέγελο το τελευταίο καλοκαίρι. Αντιστάθηκα. 'Ηταν όμως τόσο αληθινό, τόσο αυθόρμητο..Πώς να μη σε κερδίσει...
Μια καρδιά από άμμο; Εγώ τη σχεδίασα; Εσύ; Ή και οι δυο; Φέτος επιστρέφω στο νησί. Η καρδιά είχε δώσει υπόσχεση να γυρίσουμε μαζί. Το λάθος ήταν ότι τη σχεδιάσμε στην άμμο και η αντάρα της θάλασσας την έσβησε. Πόσο δυνατή είναι αυτή η θάλασσα; Τώρα παρακαλάω να μου δώσει λίγη από τη δύναμη της. Να σβήσω κι εγώ από μέσα μου αυτή την καρδιά από άμμο.
Μια καρδιά από άμμο είπαμε. Κι όμως είναι τόσο βαριά...